Με το πολυνομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή, προτείνονται μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:
α) Η επανένταξη στις ρυθμίσεις των άρθρων 98 έως 109 ν. 4611/2019 και του άρθρου 289 ν. 4738/2020 (άρθρο 3 για φορολογικές οφειλές και άρθρο 81 για ασφαλιστικές οφειλές).
β) Νέα ρύθμιση τμηματικής καταβολής σε έως εβδομήντα δύο (72) δόσεις (άρθρα 4 έως 13 για φορολογικές οφειλές και άρθρο 82 για ασφαλιστικές οφειλές )
Δείτε αναλυτικά :
Αιτιολογική έκθεση
Ποιο ζήτημα αντιμετωπίζει η αξιολογούμενη ρύθμιση και γιατί αποτελεί πρόβλημα.
Άρθρο 3
Επιδιώκεται η διευκόλυνση αποπληρωμής των βεβαιωμένων στη Φορολογική Διοίκηση οφειλών και η αντιμετώπιση της δυσχερούς οικονομικής συγκυρίας μέσω της παροχής δυνατότητας επανένταξης στις ρυθμίσεις των άρθρων 98109 του ν. 4611/2019, Α’ 73 (ρύθμιση σε έως 120 δόσεις) και του άρθρου 289 του ν. 4738/2020, Α’207 (ρύθμιση σε έως 72 δόσεις) για την υπολειπόμενη (κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης επανένταξης) οφειλή και για τον εναπομείναντα αριθμό ανεξόφλητων δόσεων της ρύθμισης.
Λόγω της έλλειψης ρευστότητας στην αγορά και της δυσκολίας εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων, που παρατηρείται στο πλαίσιο της παρούσας οικονομικής συγκυρίας.
Άρθρα 4-13
Επιδιώκεται η παροχή διευκόλυνσης σε οφειλέτες που ήταν συνεπείς φορολογούμενοι μέχρι την έναρξη της ενεργειακής κρίσης ως προς την αποπληρωμή των οφειλών τους στη Φορολογική Διοίκηση που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες κατά τη διάρκεια της κρίσης. Για την άμβλυνση των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης παρέχεται στα πρόσωπα αυτά η δυνατότητα ρύθμισης τμηματικής καταβολής των βεβαιωμένων οφειλών τους σε Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ., που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μετά την 1η.11.2021 και έως και την 1η.2.2023, σε έως και εβδομήντα δύο (72) μηνιαίες δόσεις.
Λόγω της έλλειψης ρευστότητας και της αδυναμίας πολλών φορολογουμένων, που ήταν συνεπείς μέχρι την έναρξη της ενεργειακής κρίσης, να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους στη Φορολογική Διοίκηση που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μετά την έναρξη αυτής.
Άρθρο 81
Η προτεινόμενη ρύθμιση αντιμετωπίζει τη δύσκολη οικονομική συγκυρία που διαμορφώθηκε, για εργοδότες και ασφαλισμένους με ρυθμισμένες οφειλές, τα τελευταία τρία (3) έτη, τόσο λόγω της παγκόσμιας πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19, η οποία, άμεσα ή έμμεσα, έπληξε το σύνολο των δραστηριοτήτων και κοινωνικών ομάδων στην Ελλάδα, όσο και του πολέμου στην Ουκρανία και της αιφνίδιας ανόδου των τιμών, κυρίως των ενεργειακών προϊόντων και των πρώτων υλών, που ενέσκηψαν και στην Ελλάδα εντός του έτους 2022.
Οι δυσμενείς παγκόσμιες οικονομικές συνθήκες των τελευταίων τριών ετών είχαν ως αποτέλεσμα εργοδότες και ασφαλισμένοι να δυσκολεύονται να τηρήσουν ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής ασφαλιστικών οφειλών και να τις απωλέσουν.
Άρθρο 82
Η προτεινόμενη ρύθμιση αντιμετωπίζει τη δύσκολη οικονομική συγκυρία που διαμορφώθηκε, για εργοδότες και ασφαλισμένους μερικώς συνεπείς ως προς την καταβολή των ασφαλιστικών τους υποχρεώσεων, τους τελευταίους δεκαέξι μήνες λόγω της αιφνίδιας παγκόσμιας ανόδου των τιμών, κυρίως των ενεργειακών προϊόντων και των πρώτων υλών, και του πολέμου στην Ουκρανία.
Οι δυσμενείς παγκόσμιες οικονομικές συνθήκες των τελευταίων δεκαέξι μηνών είχαν ως αποτέλεσμα εργοδότες και ασφαλισμένοι να δυσκολεύονται να τηρήσουν τις τρέχουσες ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις, μολονότι ως προς τις λοιπές τους ασφαλιστικές υποχρεώσεις παραμένουν συνεπείς.
Προτεινόμενες διατάξεις
Άρθρο 3
Επανένταξη στις ρυθμίσεις των άρθρων 98 έως 109 ν. 4611/2019 και του άρθρου 289 ν. 4738/2020
1. Οφειλέτης, ο οποίος απώλεσε έως την 1η Φεβρουαρίου 2023 ρύθμιση τμηματικής καταβολής σύμφωνα με: α) τα άρθρα 98 έως 109 του ν. 4611/2019 (Α’ 73) ή β) το άρθρο 289 του ν. 4738/2020 (Α’207), δύναται να επανενταχθεί στο ίδιο καθεστώς ρύθμισης με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις, κατόπιν αίτησής του, η οποία υποβάλλεται έως και την 31η Ιουλίου 2023, για την υπολειπόμενη οφειλή κατά την ημερομηνία της αίτησης και για τον εναπομείναντα αριθμό ανεξόφλητων δόσεων της ρύθμισης. Η επανένταξη του οφειλέτη στη ρύθμιση συντελείται με την καταβολή, εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και όχι αργότερα από την 31η Ιουλίου 2023, ποσού που αντιστοιχεί στο άθροισμα του ποσού της παλαιότερης ανεξόφλητης δόσης της απολεσθείσας ρύθμισης και του ποσού της τρέχουσας δόσης της ρύθμισης που αναβιώνει.
2. Τυχόν καταβολές που έχουν διενεργηθεί για οφειλές που είχαν υπαχθεί σε απολεσθείσα ρύθμιση της παρ. 1 και δεν έχουν πιστωθεί σε αυτές κατά την ημερομηνία της επανένταξης, σύμφωνα με την παρ. 1, αποσβένουν τις ανεξόφλητες δόσεις της απολεσθείσας ρύθμισης κατά σειρά παλαιότητας αυτών. Ο αριθμός των δόσεων της ρύθμισης που αναβιώνει ισούται με το πλήθος των ανεξόφλητων δόσεων της απολεσθείσας ρύθμισης. Το ύψος εκάστης των ανεξόφλητων, μετά την επανένταξη και τη διενέργεια των αποσβέσεων του πρώτου εδαφίου, δόσεων της απολεσθείσας ρύθμισης με ημερομηνία λήξης πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης επανένταξης, διαμορφώνεται κατόπιν επιβάρυνσης της δόσης με τον τόκο εκπρόθεσμης καταβολής που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 53 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4987/2022, Α’ 206, Κ.Φ.Δ.) και την παρ. 1 του άρθρου 6 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’ 190, Κ.Ε.Δ.Ε.), ο οποίος υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη ληξιπρόθεσμη έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης επανένταξης. Οι δόσεις του προηγούμενου εδαφίου καταβάλλονται, με σειρά παλαιότητας, μετά τις τυχόν υπολειπόμενες δόσεις της απολεσθείσας ρύθμισης με ημερομηνία λήξης μετά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης επανένταξης.
3. Αν ο οφειλέτης της παρ. 1 έχει λοιπές ληξιπρόθεσμες οφειλές που δεν τελούν σε ρύθμιση ή σε καθεστώς αναστολής κατά την ημερομηνία της επανένταξης στη ρύθμιση της παρ. 1, οφείλει, εντός ενός (1) μηνός από την ημερομηνία αυτή, να τις εξοφλήσει ή να υπαγάγει το σύνολο αυτών σε ρύθμιση σύμφωνα με την υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’107) ή να τις τακτοποιήσει με άλλο νόμιμο τρόπο. Αν ο οφειλέτης είχε υπαγάγει τις οφειλές του πρώτου εδαφίου για δεύτερη φορά σε ρύθμιση της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, κατά την υποπερ. γ’της περ. 1 της ίδιας υποπαραγράφου, η οποία έχει απολεσθεί κατά τον χρόνο της επανένταξης στη ρύθμιση της παρ. 1, δύναται, κατ’ εξαίρεση, να τις υπαγάγει εκ νέου σε ρύθμιση, σύμφωνα με την υποπερ. γ’ της περ. 1 της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013.4. Εάν, μετά την παρέλευση ενός (1) μηνός από την επανένταξη στη ρύθμιση της παρ. 1 ο οφειλέτης δεν έχει εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές που είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμες κατά την ημερομηνία της επανένταξης, επέρχεται απώλεια της ρύθμισης των άρθρων 98 έως 109 του ν. 4611/2019 ή του άρθρου 289 του ν. 4738/2020, στην οποία επανεντάχθηκε σύμφωνα με την παρ. 1.
5. Διατάξεις και όροι που διέπουν τη ρύθμιση στην οποία γίνεται επανένταξη, σχετικά με τα ευεργετήματα της ρύθμισης, τα δικαιώματα του Δημοσίου, την αναστολή παραγραφής και τους λόγους απώλειας εξακολουθούν να ισχύουν.
6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, δύναται να καθορίζονται η διαδικασία της επανένταξης στη ρύθμιση, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.
Άρθρο 4
Ρύθμιση τμηματικής καταβολής σε έως εβδομήντα δύο (72) δόσεις
1. Βεβαιωμένες οφειλές στις Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ., σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4987/2022, Α’206, Κ.Φ.Δ.), και τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’ 190, Κ.Ε.Δ.Ε.) που δεν τελούν σε καθεστώς ρύθμισης, με την επιφύλαξη της περ. β της παρ. 3 του παρόντος, και έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μετά την 1η.11.2021 και έως και την 1η.2.2023, δύνανται, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, να υπαχθούν σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής σε έως και εβδομήντα δύο (72) μηνιαίες δόσεις, εφόσον έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ. μέχρι την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση και ο οφειλέτης κατά την 1η.11.2021 δεν είχε λοιπές ληξιπρόθεσμες οφειλές ή οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του, στο σύνολό τους, ήταν τακτοποιημένες κατά νόμιμο τρόπο.
2. Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των ληξιπρόθεσμων μετά την 1η.11.2021 και έως και την 1η.2.2023 οφειλών, που μέχρι την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία των Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής.
3. Στη ρύθμιση του παρόντος δύνανται να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη, οφειλές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ρύθμισης, σύμφωνα με την παρ. 1, και:
α) τελούν κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής σε αναστολή πληρωμής ή
β) κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με την υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’107), της οποίας οι όροι τηρούνται, υπό την προϋπόθεση ότι σε αυτήν έχουν υπαχθεί αποκλειστικά και μόνο οφειλές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 1. Στην περίπτωση αυτή επέρχεται απώλεια της ρύθμισης του ν. 4152/2013.
4. Δεν υπάγονται στη ρύθμιση του παρόντος οφειλές που δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 22 του ν. 4002/2011 (Α’180) και αφορούν σε ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών ή σύμφωνα με άλλες διατάξεις.
5. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης ορίζεται σε τριάντα (30) ευρώ.
Άρθρο 5
Προϋποθέσεις υπαγωγής
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση του άρθρου 4 απαιτείται κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής να συντρέχουν οι κάτωθι προϋποθέσεις στο πρόσωπο του αιτούντος:
α) να έχει υποβάλει όλες τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος για την τελευταία πενταετία μέχρι την 31η.12.2022,
β) να μην έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία,
γ) αν ο αιτών έχει υπαχθεί σε ρύθμιση οφειλών κατά το άρθρο 289 του ν. 4738/2020 (Α’ 207) ή τα άρθρα 98 έως 109 του ν. 4611/2019 (Α’ 73), η ρύθμιση αυτή να βρίσκεται σε ισχύ.
Άρθρο 6
Επιβαρύνσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά την υπαγωγή σε ρύθμιση
1. Η υπαχθείσα στη ρύθμιση βασική οφειλή επιβαρύνεται από την ημερομηνία υπαγωγής, αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, με τόκο ως εξής:
α) Γ ια οφειλές που ρυθμίζονται σε έως τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, ο τόκος υπολογίζεται με βάση το τελευταίο δημοσιευμένο μέσο ετήσιο επιτόκιο δανείων σε ευρώ χωρίς καθορισμένη διάρκεια αλληλόχρεων λογαριασμών που χορηγούνται από όλα τα πιστωτικά ιδρύματα στην Ελλάδα σε μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, όπως αυτό δημοσιεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, πλέον είκοσι πέντε εκατοστών της εκατοστιαίας μονάδας (0,25%), ετησίως υπολογιζόμενο. Το επιτόκιο παραμένει σταθερό καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.
β) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε περισσότερες από τριάντα έξι (36) και έως εβδομήντα δύο (72) μηνιαίες δόσεις, το επιτόκιο της περ. α’, με βάση το οποίο υπολογίζεται ο τόκος, προσαυξάνεται κατά μιάμιση εκατοστιαία μονάδα (1,5%). Ο τόκος του πρώτου εδαφίου υπολογίζεται ετησίως και παραμένει σταθερός καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.
2. Τα επιτόκια της παρ. 1 δεν υπερβαίνουν τα επιτόκια που ορίζονται για την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 53 του Κ.Φ.Δ. και της παρ. 1 του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε..
3. Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση που ανέρχεται σε δεκαπέντε τοις εκατό (15 %).
Άρθρο 7
Λοιπά στοιχεία της ρύθμισης οφειλών
1. Η ρύθμιση χορηγείται ανά οφειλέτη και για τις οφειλές που έχει ευθύνη καταβολής.
2. Η αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση του άρθρου 4 υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι τις 31 Ιουλίου 2023.
3. Μόνο αν υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η υποβολή της αίτησης διενεργείται στην υπηρεσία (Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ./Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης), ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής.
4. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση του άρθρου 4, η πρώτη δόση καταβάλλεται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Κατ’ εξαίρεση, με την υποβολή από τον οφειλέτη αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση του άρθρου 4, τα αποδιδόμενα ποσά από συμψηφισμούς κατ’ άρθρο 75 του Κ.Ε.Δ.Ε., από παρακρατήσεις αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής κατ’ άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ. και από πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης λαμβάνονται υπόψη και για την κάλυψη της πρώτης δόσης της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται εντός της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
Άρθρο 8 Ευεργετήματα από την υπαγωγή στη ρύθμιση
Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα: α) χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, σύμφωνα με το άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ.,
β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α’43) ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα, και
γ) αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης, οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί εις χείρας τρίτων σε βάρος του οφειλέτη δεν καταλαμβάνουν μελλοντικές απαιτήσεις του οφειλέτη έναντι του τρίτου, υπό την προϋπόθεση ότι η κατάσχεση αφορά αποκλειστικά σε χρέη που έχουν ρυθμιστεί κατά τις διατάξεις του παρόντος και γνωστοποιείται στον τρίτο. Ποσά απαιτήσεων που γεννώνται μετά την ως άνω γνωστοποίηση, αποδεσμεύονται και αποδίδονται κατά νόμο, ενώ ποσά απαιτήσεων που γεννήθηκαν πριν από αυτή αποδίδονται στο Δημόσιο. Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης, οι ανωτέρω κατασχέσεις αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους αναφορικά με τις μελλοντικές απαιτήσεις, από τη γνωστοποίηση της ανατροπής στον τρίτο. Τυχόν αποκτηθέντα δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου. Στις περιπτώσεις των ανωτέρω εδαφίων, ποσά που έχουν αποδοθεί στο Δημόσιο δεν επιστρέφονται.
Άρθρο 9
Απώλεια της ρύθμισης
Η ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου των οφειλών σύμφωνα με τα στοιχεία της βεβαίωσης, εάν ο οφειλέτης:
α. δεν καταβάλλει δύο (2) συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης ή καθυστερήσει την καταβολή των δύο (2) τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο (2) μηνών, β. μετά την παρέλευση ενός (1) μηνός από την υπαγωγή στη ρύθμιση του άρθρου 4 δεν έχει εξοφλήσει ή δεν έχει υπαγάγει σε πάγια ρύθμιση σύμφωνα με την υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107) ή δεν έχει τακτοποιήσει με άλλο νόμιμο τρόπο το σύνολο των λοιπών ληξιπρόθεσμων οφειλών του που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 4 και δεν τελούν σε καθεστώς αναστολής πληρωμής.
Ειδικά αν οι οφειλές του πρώτου εδαφίου ήταν ενταγμένες σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής κατά την 1η.11.2021, η οποία απωλέσθη σε μεταγενέστερο χρόνο, ο οφειλέτης δύναται κατ’ εξαίρεση, ακόμα και αν έχει ήδη υπαγάγει τις οφειλές αυτές για δεύτερη φορά σε ρύθμιση της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, κατά την υποπερ. γ’ της περ. 1 της ίδιας υποπαραγράφου, να τις υπαγάγει εκ νέου σε ρύθμιση, σύμφωνα με την υποπερ. γ’ της περ. 1 της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013.
Άρθρο 10
Δικαιώματα του Δημοσίου
Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε:
α) να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,
β) να μην χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη, σύμφωνα με το άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ.,
γ) να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι του ύψους των οφειλών του κατά το άρθρο 75 του Κ.Ε.Δ.Ε..
Άρθρο 11
Πίστωση ποσών από παρακράτηση ή συμψηφισμό ή πράξεις εκτέλεσης
Τα ποσά που εισπράττονται κατά τη διάρκεια της ρύθμισης από παρακρατήσεις αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής κατ’ άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ. ή αποδίδονται από συμψηφισμούς κατ’ άρθρο 75 του Κ.Ε.Δ.Ε. καλύπτουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά.
Ομοίως, τα αποδιδόμενα ποσά από πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης, λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
Άρθρο 12
Παραγραφή οφειλών
Η παραγραφή των οφειλών για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση αναστέλλεται καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της ρύθμισης και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη αυτής.
Άρθρο 13
Εξουσιοδοτική διάταξη
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, δύναται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή των άρθρων 4 έως και 12.
Άρθρο 81
Αναβίωση ρυθμίσεων ασφαλιστικών οφειλών στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης και του αυξημένου πληθωρισμού του έτους 2022
1. Ρυθμίσεις ασφαλιστικών οφειλών σύμφωνα με τα άρθρα 1 έως 18 του ν. 4611/2019 (Α’ 73), περί ρύθμισης οφειλών προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, και το άρθρο 32 του ν. 4756/2020 (Α’ 235), περί ρύθμισης ασφαλιστικών εισφορών οι οποίες έχουν απολεσθεί μέχρι την 1η.2.2023, αναβιώνουν υπό τους όρους και με τις συνέπειες των παρ. 2 έως 5, μετά από αίτηση του οφειλέτη που υποβάλλεται μέχρι την 31η.7.2023, εφόσον: α) οι οφειλές δεν έχουν υπαχθεί μετά την απώλεια της ρύθμισης και πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος σε ρύθμιση οφειλών του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων του ν. 4469/2017 (Α’ 62) ή σε ρύθμιση οφειλών του ν. 4738/2020 (Α’ 207) ή σε ειδική ρύθμιση οφειλών στο πλαίσιο διαδικασίας εξυγίανσης, και β) ο οφειλέτης δεν έχει άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.), υπό την επιφύλαξη της παρ. 5.
2. Η αναβίωση της ρύθμισης συντελείται με την καταβολή ποσού που αντιστοιχεί σε δύο μηνιαίες δόσεις της απολεσθείσας ρύθμισης μέχρι την 31η.7.2023. Το καταβαλλόμενο ποσό του πρώτου εδαφίου καταλογίζεται στις δύο παλαιότερες οφειλόμενες δόσεις της απολεσθείσας ρύθμισης.
3. Μετά την καταβολή της παρ. 2, οι ημερομηνίες καταβολής των υπόλοιπων οφειλόμενων μηνιαίων δόσεων μετατίθενται χρονικά, ώστε η πρώτη από αυτές να είναι ληξιπρόθεσμη τον μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία λήξης της απολεσθείσας ρύθμισης. Οι δόσεις του πρώτου εδαφίου επιβαρύνονται με το ποσό του τόκου που αντιστοιχεί στη χρονική περίοδο από την απώλεια της αρχικής ρύθμισης έως την ημερομηνία αναβίωσης της ρύθμισης. Το ποσό αυτό καταβάλλεται μαζί με την τελευταία δόση της ρύθμισης που αναβιώνει, όπως αυτή έχει μετατεθεί χρονικά σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.
4. Η ρύθμιση αναβιώνει με τα ευεργετήματα και υπό τους όρους και προϋποθέσεις της απολεσθείσας ρύθμισης.
5. Εάν ο οφειλέτης έχει, πέραν των οφειλών της απολεσθείσας ρύθμισης της παρ. 1, και άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τον e-Ε.Φ.Κ.Α., η αναβίωση της απολεσθείσας ρύθμισης συντελείται υπό την πρόσθετη προϋπόθεση ότι οι υπόλοιπες οφειλές έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση της υποπαρ. ΙΑ.1. της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107), περί ρύθμισης οφειλών προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, η οποία τηρείται. Εάν η αίτηση για υπαγωγή οφειλών στη ρύθμιση της υποπαρ. ΙΑ.1. της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 υποβάλλεται ενόψει αίτησης αναβίωσης απολεσθείσας ρύθμισης του παρόντος, η υπαγωγή στη ρύθμιση της υποπαρ. ΙΑ.1. της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 είναι δυνατή ακόμη και εάν τέτοια ρύθμιση έχει απολεσθεί στο παρελθόν, κατά παρέκκλιση από την περ. γ) της παρ. 7 της υποπαρ. ΙΑ.1. της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013.
6. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων δύναται να ανακαθορίζονται τα χρονικά διαστήματα και οι προθεσμίες των παρ. 1 και 2 και να ρυθμίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 82
Ρύθμιση ασφαλιστικών οφειλών για μερικώς συνεπείς οφειλέτες στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης και του αυξημένου πληθωρισμού του έτους 2022
1. Οφειλές προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, πλην του Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (Τ.Ε.Κ.Α.), οι οποίες αφορούν περιόδους απασχόλησης Σεπτεμβρίου 2021 έως Δεκεμβρίου 2022 και που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες, δύνανται να υπαχθούν σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής τριάντα έξι (36) μηνιαίων έως και εβδομήντα δύο (72) μηνιαίων δόσεων, με το επιτόκιο της παρ. 8 της υποπαρ. ΙΑ.1. της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107), περί της πάγιας ρύθμισης των οφειλόμενων εισφορών στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης.
2. Οι οφειλές της παρ. 1 δύνανται να υπαχθούν στη ρύθμιση ακόμη και εάν είναι ενταγμένες σε ρύθμιση ασφαλιστικών οφειλών της υποπαρ. ΙΑ.1. της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, περί ρύθμισης οφειλών προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, εφόσον η ρύθμιση αυτή:
α) περιλαμβάνει αποκλειστικά οφειλές, οι οποίες αφορούν περιόδους απασχόλησης Σεπτεμβρίου 2021 έως Δεκεμβρίου 2022 και κατέστησαν ληξιπρόθεσμες, και
β) τηρείται την 1η.2.2023.
3. Ο ασφαλισμένος μπορεί να υπαχθεί στη ρύθμιση της παρ. 1, εφόσον:
α) κατά την 1η.11.2021 έχει ρυθμίσει το σύνολο των βεβαιωμένων ασφαλιστικών εισφορών του και τηρεί τις ρυθμίσεις αυτές, και
β) έχει καταβάλλει όλες τις δόσεις των ρυθμίσεων ασφαλιστικών οφειλών: βα) του άρθρου 28 του ν. 4321/2015 (Α’ 32) περί ρύθμισης ασφαλιστικών οφειλών, ββ) των άρθρων 1 έως 18 του Κεφαλαίου Α’ του ν. 4611/2019 (Α’ 73), περί ρύθμισης οφειλών προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης και βγ) του άρθρου 32 του ν. 4756/2020 (Α’ 235) περί ρύθμισης ασφαλιστικών εισφορών οι οποίες έχουν απολεσθεί μέχρι την 1η.2.2023, που είναι απαιτητές έως την ημερομηνία υπαγωγής στην παρούσα ρύθμιση, εφόσον είχε υπαχθεί στις ρυθμίσεις εκείνες.
4. Δεν επιτρέπεται η υπαγωγή στη ρύθμιση της παρ. 1 οφειλετών, οι οποίοι έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.), οι οποίες δεν έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση που τηρείται.
5. Η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση της παρ. 1 υποβάλλεται:
α) μέσω των ηλεκτρονικών υπηρεσιών του Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (Κ.Ε.Α.Ο.) για ληξιπρόθεσμες οφειλές του e-Ε.Φ.Κ.Α., πλην αυτών του πρώην Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (πρώην Ν.Α.Τ.), για ληξιπρόθεσμες οφειλές των λοιπών φορέων κοινωνικής ασφάλισης, για τις οποίες η
αρμοδιότητα είσπραξης ανήκει κατά νόμο αποκλειστικά στο Κ.Ε.Α.Ο., και για βεβαιωμένες οφειλές στο Κ.Ε.Α.Ο.. Κατ’ εξαίρεση, όπου υπάρχει αδυναμία πιστοποίησης στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες, η αίτηση υποβάλλεται στις αρμόδιες υπηρεσίες του Κ.Ε.Α.Ο. και μέσω ηλεκτρονικής εφαρμογής εξυπηρέτησης πολιτών στον ιστότοπο του e-Ε.Φ.Κ.Α.
β) στον οικείο φορέα για ληξιπρόθεσμες οφειλές του πρώην Ν.Α.Τ. και για ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους λοιπούς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, για τις οποίες η αρμοδιότητα είσπραξης δεν ανήκει κατά νόμο αποκλειστικά στο Κ.Ε.Α.Ο.
6. Αρμόδια όργανα για την έκδοση της απόφασης υπαγωγής στην παρούσα ρύθμιση είναι:
α) Οι προϊστάμενοι των περιφερειακών υπηρεσιών του Κ.Ε.Α.Ο. για οφειλές της περ. α) της παρ. 5, β) το αρμόδιο συλλογικό ή μονομελές όργανο του οικείου φορέα για οφειλές της περ. β) της παρ. 5.
7. Βασικές οφειλές που υπάγονται στην παρούσα ρύθμιση κεφαλαιοποιούνται κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και, αντί τόκων, πρόσθετων τελών και προσαυξήσεων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, επιβαρύνονται από τον επόμενο μήνα από αυτόν της υπαγωγής στη ρύθμιση, με το αντίστοιχο επιτόκιο της παρ. 1, ετησίως υπολογιζόμενο.
8. Η υπαγωγή του οφειλέτη στη ρύθμιση συντελείται με την καταβολή της πρώτης δόσης. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα υποβολής της αίτησης. Οι επόμενες δόσεις της ρύθμισης καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε επόμενου μήνα καταβολής της πρώτης δόσης. Με την απόφαση υπαγωγής στη ρύθμιση καθορίζονται το ποσό κάθε δόσης, ο αριθμός των δόσεων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
9. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης ορίζεται σε τριάντα (30) ευρώ.
10. Ο οφειλέτης δύναται να επιλέξει, σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης, την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου των ρυθμισμένων οφειλών, χωρίς την επιβάρυνση επιτοκίου.
11. Η ρύθμιση του παρόντος απόλλυται, εάν ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλει ποσό δόσεων που αντιστοιχεί σε δύο (2) δόσεις της ρύθμισης, ή
β) δεν καταβάλλει εμπροθέσμως τις τρέχουσες ασφαλιστικές εισφορές.
12. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον τηρούνται οι όροι αυτής και οι λοιποί όροι του παρόντος, παρέχονται στον οφειλέτη τα εξής ευεργετήματα:
α) χορηγείται σε αυτόν αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας διμηνιαίας ισχύος,
β) χορηγείται στις επιχειρήσεις της περ. ε’ της παρ. 5 του άρθρου 8 του α.ν. 1846/1951 (Α’ 179) αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας για την είσπραξη λογαριασμών δημοσίου έργου, εφόσον για το έργο, για το οποίο χορηγείται το αποδεικτικό, δεν υφίστανται τρέχουσες ή ληξιπρόθεσμες οφειλές. Σε περίπτωση ύπαρξης οφειλής, χορηγείται αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας με παρακράτηση ποσού ίσου με την οφειλή,
γ) αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί της κινητής και ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη. Ειδικά για κατασχέσεις στα χέρια τρίτων που έχουν επιβληθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος, το μέτρο της κατάσχεσης αίρεται με την υπαγωγή του οφειλέτη στη ρύθμιση, κατόπιν σχετικού αιτήματος, και αποδιδόμενα ποσά από κατασχέσεις εις χείρας τρίτων πριν την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη τρεχουσών δόσεων της ρύθμισης,
δ) παραγράφεται το αξιόποινο και παύει η ποινική δίωξη σε βάρος του οφειλέτη, κατά το άρθρο 1 του α.ν. 86/1967 (Α’ 136), περί της επιβολής κυρώσεων κατά των καθυστερούντων την καταβολή και την απόδοση εισφορών σε Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφαλίσεως, και η σχετική δικογραφία τίθεται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών. Για την τυχόν απώλεια της ρύθμισης, που επέρχεται σύμφωνα με την παρ. 11, ο φορέας κοινωνικής ασφάλισης υποχρεούται να ενημερώσει αμελλητί, με σχετική βεβαίωση του χρόνου απώλειας της ρύθμισης και του υπολειπόμενου οφειλόμενου χρέους, τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, ο οποίος με πράξη του ανασύρει τη δικογραφία από το αρχείο και συνεχίζει την ποινική διαδικασία. Ο διανυθείς χρόνος από την παύση της ποινικής διαδικασίας μέχρι τον χρόνο απώλειας της ρύθμισης δεν υπολογίζεται στον χρόνο παραγραφής της πράξης, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95), περί αναστολής της παραγραφής. Σε περίπτωση ρύθμισης από οφειλέτη, που έχει απωλέσει ρύθμιση στο παρελθόν για την ίδια οφειλή, αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος του οφειλέτη, κατά το άρθρο 1 του α.ν. 86/1967, και αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα,
ε) αναστέλλεται η εκτέλεση ποινής που έχει επιβληθεί ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, αυτή διακόπτεται.
13. Η παραγραφή των οφειλών, για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση, αναστέλλεται και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη της ρύθμισης.
14. Η απώλεια της ρύθμισης επιφέρει τις ακόλουθες συνέπειες:
α) την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης,
β) τη μετατροπή ως άμεσα απαιτητού του συνόλου του υπολοίπου της οφειλής και των προηγούμενων τόκων, πρόσθετων τελών και προσαυξήσεων,
γ) την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής με όλα τα προβλεπόμενα από την κείμενη νομοθεσία μέσα.
15. Η αίτηση για την υπαγωγή στη παρούσα ρύθμιση υποβάλλεται μέχρι την 31η.7.2023.
16. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων δύναται να παρατείνονται οι προθεσμίες υποβολής της σχετικής αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση και καταβολής της πρώτης δόσης, να επανακαθορίζονται η διαδικασία υπαγωγής και τα αρμόδια όργανα της παρ. 6, να προβλέπονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, και να ρυθμίζονται τυχόν ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος.
Πηγή: Taxheaven