Χθες μαζί με την ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε και ο ΟΟΣΑ τη δική του εκτίμηση για το ελληνικό ΑΕΠ του 2023
Από το πρώτο lockdown, στο δεύτερο τρίμηνο του 2020 είχαμε να δούμε έστω και οριακά αρνητικό τρίμηνο, στη σύγκριση με το αμέσως προηγούμενο, από πλευράς ανάπτυξης. Το -0,1% συνοδεύτηκε ωστόσο από το όγδοο συνεχόμενο τρίμηνο συνεχούς ανάπτυξης σε ετήσια βάση (+2,1%), αλλά και από το τρίμηνο με τον μεγαλύτερο τζίρο από το 2010. Αγγιξε τα 54 δισεκατομμύρια ευρώ. Η αλήθεια είναι ότι με το 2,1% και πάλι κινούμαστε με ρυθμό μεγαλύτερο των Ευρωπαίων (1,3% στην ευρωζώνη). Απλά οι συνήθεις συντηρητικές εκτιμήσεις του τελευταίου οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης Μητσοτάκη είχαν δώσει τις τελευταίες μέρες, λόγω εκλογών, τη θέση τους σε υπεραισιόδοξες προβλέψεις για ανάπτυξη 3,5%-4% όχι μόνο για το σύνολο του έτους, αλλά σχεδόν από την πρώτη μέρα, τη στιγμή που στον προϋπολογισμό είχαν γράψει 1,8% και πρόσφατα τον αναθεώρησαν στο 2,3%. Προφανώς κάτι έβλεπαν. Αλλά η πραγματικότητα τους διέψευσε. Καλό μάθημα για πιθανή νέα διακυβέρνηση, που αποδεικνύει πόσο σημαντική ήταν η συντηρητική προσέγγιση Σταϊκούρα – Σκυλακάκη. Αν βάλεις ψηλά τον πήχη, καμιά φορά τον περνάς από κάτω.
Τα στοιχεία έδειξαν πολλά και ενδιαφέροντα. Πρώτα από όλα οι πολλές επιδοτήσεις του τρίτου και του τέταρτου τριμήνου, αθροιστικά πάνω από 6 δισ., που «φούσκωσαν» το ΑΕΠ τέταρτου τριμήνου της προηγούμενης χρονιάς, έδωσαν τη θέση τους σε πιο ήπιες επιδοτήσεις 1,3 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2023, επηρεάζοντας τη σύγκριση από τρίμηνο σε τρίμηνο.
Η κατανάλωση σε τριμηνιαία βάση αυξήθηκε κατά 1,4% και σε ετήσια κατά 2,3%. Μεγάλο πρόβλημα το αρνητικό ποσοστό των επενδύσεων το φετινό πρώτο τρίμηνο σε σχέση με το περσινό τελευταίο, κατά 1%. Σε ετήσια ωστόσο βάση οι επενδύσεις αυξάνονται με ρυθμό 8,2%. Μένει να διευκρινιστεί αν το στοπ στις επενδύσεις συνδέεται με την προεκλογική περίοδο και αν θα συνεχίσει να επηρεάζει και τα επόμενα.
Στα πολύ ενθαρρυντικά η αύξηση που καταγράφηκε στις αμοιβές εξαρτημένης εργασίας, δηλαδή το εισόδημα των μισθωτών, καθώς ενισχύθηκε σχεδόν κατά 7% όταν ο πληθωρισμός δεν ξεπερνά σε μέσα επίπεδα το 5% και μάλιστα σε συνέχεια άλλων 10 συνολικά τριμήνων συνεχούς βελτίωσης. Επιπλέον δεν υπολογίζεται στο αποτέλεσμα η αύξηση του κατώτατου μισθού που ίσχυσε εκτάκτως από την 1η Απριλίου.
Χθες μαζί με την ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε και ο ΟΟΣΑ τη δική του εκτίμηση για το ελληνικό ΑΕΠ του 2023 στο 2,2%. Αρα, λογικά κάπου εκεί θα κλείσει η χρονιά. Το θέμα είναι πώς μπορούν να εξασφαλιστούν αυτά τα επίπεδα και κυρίως υπό ποιες προϋποθέσεις μπορούμε να πάμε καλύτερα. Το κρίσιμο πρώτο σημείο εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα πατήσει στα πόδια της η νέα κυβέρνηση προκειμένου να επανεκκινήσουν οι διαδικασίες απορρόφησης των χρημάτων του Ταμείου Ανάκαμψης. Παράγοντας αρκετά «ευμετάβλητος» από τη συνήθη αργή ελληνική προσαρμοστικότητα των νέων κυβερνήσεων, ακόμα και αν αυτές προέρχονται από το ίδιο κόμμα με την προηγούμενη κυβέρνηση.
Το δεύτερο κρίσιμο σημείο είναι πώς θα εκμεταλλευτεί η οικονομία την αντιστροφή του αρνητικού σοκ των όρων του εμπορίου που έπληξε την ελληνική και την ευρωπαϊκή οικονομία το 2022. Η μερική αντιστροφή – η άνοδος των τιμών ενέργειας και τροφίμων εκτιμάται ότι αφαίρεσε σχεδόν 2,5% μονάδες της αύξησης του ΑΕΠ – θα συμβάλει στην αύξηση του ΑΕΠ. Το θέμα είναι πόσο θετικά. Το τρίτο είναι ακόμα μεγαλύτερη απορία για πολλούς. Αν και πόσο θα μας στοιχίσουν σε όρους ανάπτυξης τα μειωμένα επιδόματα της περιόδου που διανύουμε και κυρίως η κατάργηση των επιδοτήσεων στο ρεύμα από την 1η Οκτωβρίου
Πηγή: Οικονομικός Ταχυδρόμος